- αλλαντίαση
- Τροφική δηλητηρίαση η οποία οφείλεται στην τοξίνη του αλλαντικού βακτηριδίου (κλωστρίδιον το βοτουλικόν) που βρίσκεται συχνά μέσα στις συντηρημένες τροφές. Το μικρόβιο αυτό είναι ευαίσθητο στη θερμότητα, αλλά για να καταστραφούν οι σπόροι του, απαιτείται θέρμανση έξι ωρών και άνω σε 100°C, δύο ωρών σε 110°C και δέκα λεπτών σε 120°C σε υγρό περιβάλλον. Η πάθηση αυτή χαρακτηρίζεται από νευροπαραλυτικές εκδηλώσεις από τις οποίες προσβάλλεται κυρίως ο βλεφαρικός μυς, η ίριδα, οι κινητήριοι μύες του ματιού και άλλοι μύες που νευρώνονται από τα κρανιακά νεύρα. Η α. μπορεί να επιφέρει τον θάνατο με την παράλυση των καρδιακών και αναπνευστικών μυών. Κατά την εξέλιξή της δεν παρουσιάζει πυρετό. Η μόλυνση οφείλεται σε ανεπαρκή αποστείρωση των συντηρημένων τροφών, τόσο των φυτικών (κονσέρβες φρούτων), όσο και των ζωικών (αλλαντικά, κονσέρβες κρέατος). Οι συντηρημένες τροφές που περιέχουν το αλλαντικό βακτηρίδιο δεν είναι κατεστραμμένες, μυρίζουν όμως σαν βούτυρο ταγγό. Η θεραπεία γίνεται με χορήγηση αντιαλλαντικού ορού και με συμπτωματικά μέτρα (οξυγονοθεραπεία).
* * *η Ιατρ.δηλητηρίαση από την τοξίνη που παράγει ένα είδος μικροβίου, το Clostridium botulinum και προέρχεται συχνότερα από την κατανάλωση πλημμελώς αποστειρωμένων κονσερβών τροφίμων.[ΕΤΥΜΟΛ. Ο ελληνικός όρος πλάστηκε < ἀλλᾶς* (-ᾶντος) + κατάλ. -ίαση].
Dictionary of Greek. 2013.